φλογοειδῆ

φλογοειδῆ
φλογοειδής
like flame
neut nom/voc/acc pl (attic epic doric)
φλογοειδής
like flame
masc/fem/neut nom/voc/acc dual (doric aeolic)
φλογοειδής
like flame
masc/fem acc sg (attic epic doric)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • пламенообразьнъ — (2*) пр. 1.Подобный пламени, огню: се б҃ию ан҃глу гл҃щю ре(ч) к нему ст҃ыи… ты же пламенообразне. велицѣи похоти исполненъ. и о имени вседержителѧ г(с)а саваофа. будеши одержимъ въ добра˫а. ѿселе в вѣки. ПрЮр XIV2, 65г. 2. Раскаленный, огненный,… …   Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)

  • κάθετος ρυθμός — Η τρίτη φάση της εξέλιξης της γοτθικής αρχιτεκτονικής στην Αγγλία, που αντικατέστησε τον φλογωτό ή φλογοειδή ρυθμό κατά τα τέλη του 15ου και στις αρχές του 16ου αι. Χαρακτηρίζεται από την τοποθέτηση παράλληλων ξύλινων ράβδων επάνω στα παράθυρα… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”